top of page

Τα ενδημικά της Κρήτης

 

Πανελλήνια Ομοσπονδία 

Πολιτιστικών Κρητικών Σωματείων

Π.Ο.Π.Κ.Σ. 

Το κλίμα του νησιού έχει συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας πολύ πλούσιας χλωρίδας, με διαφορετικά οικοσυστήματα. Καμιά ίσως άλλη περιοχή της γης με την έκταση της Κρήτης, δεν περιέχει τόσα είδη φυτών. Η χλωρίδα στο νησί απαριθμεί 2108 είδη φυτών από τα οποία τα 210 περίπου είναι ενδημικά. Η χλωρίδα στην Κρήτη ζωντανεύει το Μινωικό πολιτισμό, ο οποίος κάποτε άνθιζε στη περιοχή και ο οποίος είχε μεγάλη σχέση με τη φύση όπως μαρτυρούν οι ανθοστόλιστες τοιχογραφίες της Κνωσού. Από τους αρχαίους χρόνους, η Κρήτη φημίζεται επίσης και για τα αρωματικά φυτά και βότανα που φυτρώνουν παντού. Η Κρήτη υπήρξε εξαγωγικό κέντρο φαρμακευτικών και αρωματικών φυτών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι περίπου 15% των πινακίδων της γραμμικής Β του 13ου π.Χ. αιώνα που αποκαλύφθηκαν στη Κνωσό αφορούν αρώματα και αρωματικά φυτά.

 

Η πανίδα της Κρήτης διαθέτει εξίσου μεγάλη ποικιλία με τη χλωρίδα. Ο μοναδικός στον κόσμο άγριος Κρητικός αίγαγρος, Κρι-Κρι ή αγρίμι (Capra aegagrus-cretica) είναι προστατευόμενο είδος και ζει μόνο στα Λευκά Όρη, τον Εθνικό Δρυμό της Σαμαριάς και τα νησάκια Δία, Θοδωρού και Άγιοι Πάντες.

Μεγαλύτερη συγκέντρωση ενδημικών ειδών εντοπίζεται σε ορεινούς όγκους και φαράγγια, όπου επικρατούν ιδανικές κλιματολογικές συνθήκες ενώ η ανθρώπινη παρουσία είναι σαφώς περιορισμένη. Ενδημικά είδη εντοπίζονται σε όλες τις ομάδες (θηλαστικά, τρωκτικά, αμφίβια, ερπετά, ασπόνδυλα και σπονδυλόζωα). Σε ολόκληρη την Κρήτη δεν υπάρχουν σαρκοφάγα θηλαστικά (λύκος, τσακάλι κλπ.). Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο Αγριόγατος (Felis Silvestris cretensis) που επιβιώνει στη περιοχή του Ψηλορείτη και σύμφωνα με μαρτυρίες κτηνοτρόφων τρέφεται με αρνιά και κατσίκια μικρής ηλικίας αλλά ο πληθυσμός του είδους είναι τόσο μικρός που δεν αποτελεί απειλή. Οι σπηλιές αποτελούν επίσης εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα που φιλοξενούν εκτός από τα ασπόνδυλα και πολλές ομάδες σπονδυλωτών ζώων με σημαντικότερη αυτή των Χειροπτέρων (νυχτερίδων).

Η πανίδα της Κρήτης διαθέτει εξίσου μεγάλη ποικιλία με τη χλωρίδα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο μοναδικός στον κόσμο άγριος Κρητικός αίγαγρος, Κρι-Κρι ή αγρίμι (Capra aegagrus-cretica) έχει μια πολύ ξεχωριστή και επιβλητική εμφάνιση για όποιον μπορέσει να τον διακρίνει να στέκεται περήφανα ακίνητος σε κάποιο βράχο ή να διασχίζει με άνεση και χάρη κάποια κακοτράχαλη βουνοπλαγιά. Όπως είναι φυσικό πρόκειται για προστατευόμενο είδος και ζεί μόνο στα Λευκά Όρη, τον Εθνικό Δρυμό της Σαμαριάς και τα νησάκια Δία, Θοδωρού και Άγιοι Πάντες. Ο Κρητικός σκατζόχοιρος (Acomus mimus) είναι επίσης μοναδικός στον πλανήτη. Άλλα ενδιαφέροντα και σπάνια θηλαστικά που ζουν στο φιλόξενο νησί είναι το Κρητικό κουνάβι (Martes foina-bunites), ο Κρητικός ασβός (Meles-meles arcalus) και η Κρητική αγριόγατα (Felis silvestris agrius). Δε λείπουν και άλλοι πιο πρωτόγονοι κάτοικοι, όπως τα ποικίλα είδη σαυρών. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η πολύχρωμη Βαλκανική σαύρα, που μπορεί να φθάσει το ένα μέτρο σε μήκος, καθώς και ένα είδος δηλητηριωδών φιδιών (Οχιά). Οι ουρανοί της Κρήτης φιλοξενούν ένα μεγάλο αριθμό αρπακτικών πτηνών, με κυριότερα τους απειλούμενους γυπαετούς και τους χρυσαετούς. Ο Κρητικός χρυσαετός (Αquila chrysaetus) και ο γυπαετός (Gypaetus varvatus), είναι κατηγορίες αετών μοναδικές στον κόσμο. Στα ψηλά βουνά της Κρήτης , κατοικούν οι γύπες Γκρίφον, ενώ όλο το νησί αποτελεί σταθμό για τα αποδημητικά πουλιά κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους από την Αφρική στην Ευρώπη την άνοιξη και στο ταξίδι της επιστροφής κάθε φθινόπωρο. Επίσης, οι ακτές του νησιού αποτελούν σημαντικό καταφύγιο για θαλάσσιες χελώνες Caretta caretta ή δερματοχελώνες.

 

Βοτανολόγοι περιηγητές στην Κρήτη

 

Το νησί του Δία, του Μϊνωα και της Πασιφάης, με την σπάνια ενδημική χλωρίδα, την πλούσια πανίδα και ορνιθοπανίδα, αποτέλεσε μοναδικό πόλο έλξης για τους ξένους περιηγητές. Στις αρχές του 16ου αιώνα άρχισαν να αναπτύσσονται οι μοντέρνες Βοτανικές Επιστήμες. Πολλοί επιστήμονες με ειδικά ενδιαφέροντα, άφηναν την Ευρώπη και έπαιρναν τους δρόμους της Ανατολής, με σκοπό να ανακαλύψουν νέα είδη φυτών και ζώων. Μεταξύ αυτών ήταν και οι Pierre Belon) (1517 – 1564), Dapper, Olfert (1639- 1689), Joseph Pitton de Tournefort) (1656 - 1708). 

Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κυριότερο έργο του είναι το Eléments de botanique, ou Méthode pour reconnaître les Plantes (1694, και σε λατινική μετάφραση Institutiones rei herbariae - εκδόθηκε το 1700 και το 1719). Μεταξύ άλλων περιέγραψε τους μύκητες και ταξινόμησε τις λειχήνες σε αυτόνομη ομάδα. Την περίοδο από το 1700 ως το 1702 επισκέφθηκε τα ελληνικά νησιά και εν συνεχεία την Κωνσταντινούπολη, τα σύνορα του Εύξεινου Πόντου, την Αρμενία και τη Γεωργία, συλλέγοντας φυτά και κάνοντας διάφορες επιστημονικές παρατηρήσεις. Συνοδεύτηκε στα ταξίδια αυτά από τον Γερμανό βοτανολόγο Αντρέας φον Γκουντελσχάιμερ (Andreas von Gundelsheimer, 1668-1715) και τον καλλιτέχνη Κλοντ Ομπριέ (Claude Aubriet, 1651-1743). 

Ντάπερ Όλφερ

 

Ο Ντάπερ Όλφερτ, (Dapper, Olfert), γεννήθηκε στο Άμστερνταμ τον Ιανουάριο του 1639 και πέθανε το Δεκέμβριο του 1689. Ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν για το βίο και την πολιτεία του. Οι βιογράφοι του πιθανολογούν ότι ασχολήθηκε ελάχιστα με την ιατρική επιστήμη και βεβαιώνουν ότι δεν ταξίδεψε ποτέ. Φαίνεται ότι έκανε τις βασικές σπουδές του στο Atheneum Illustre του Άμστερνταμ ενώ τον Σεπτέμβριο του 1657 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Φύση ανήσυχη και ερευνητική, εγκαταλείπει την ιατρική και αφιερώνει το σύντομο βίο του στη μελέτη και τη συγγραφή. Δεν εγκαταλείπει ποτέ την Ολλανδία, αλλά κινείται με άνεση ανάμεσα σε άπειρους τόμους βιβλίων και σχεδιάζει ταξίδια επί χάρτου. "Ακριβής περιγραφή της Αυτοκρατορίας της Κίνας" (Άμστερνταμ, 1671), Η "Ασία και η περιγραφή της Αυτοκρατορίας του Μεγάλου Μογγόλου και μέρους της Ινδίας" (Άμστερνταμ, 1672), "Περιγραφή των νήσων της Αφρικής" (Άμστερνταμ, 1668), "Ο άγνωστος Νέος Κόσμος ή περιγραφή της Αμερικής και της Αυστραλίας" (Άμστερνταμ 1671) είναι μερικοί μόνο από τους τίτλους των έργων του. Η "Ακριβής περιγραφή των νήσων του Αιγαίου" (1688), θεωρήθηκε αξιόλογη γιατί συμπύκνωσε όλες τις προηγούμενες περιγραφές του Αρχιπελάγους. Μεταφράστηκε μετά τον θάνατό του στα γαλλικά και γνώρισε δύο εκδόσεις, μια στο Άμστερνταμ το 1703 και μια στη Χάγη το 1730.

Πιερ Μπελόν

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Επιστρέφοντας στο Παρίσι συνέχισε τις έρευνες του με την βοήθεια των καρδιναλίων του Τουρνόν, Λωρραίνης και Κλερμόν, ώσπου ο τελευταίος του χορήγησε την αναγκαία χρηματική συνδρομή για μια μεγάλη εξερευνητική αποστολή στην Ανατολή.

Σκοπός του ταξιδιού ήταν να σπουδάσει τα φυτά του Θεοφράστου και Διοσκουρίδη, καθώς και τα ζώα του Αριστοτέλη στους τόπους της πατρίδας τους. Ακόμα είχε την εντολή να μελετήσει τα ιατρικά φυτά και βότανα, καθώς και άλλες ύλες χρήσιμες στην ιατρική και την βιομηχανία, και την εμπορική τους αξιοποίηση. Το 1549 επισκέφτηκε την Κρήτη, όπου φαίνεται ότι έμεινε πολύ καιρό.

Στα κείμενα και στις εικόνες του ο Πιερ Μπελόν, περιγράφει τις πόλεις του νησιού, καταγράφει το φυτικό και ζωικό της βασίλειο. Απεικονίζει το ψάρι «σκάρο» για πρώτη φορά, καθώς και τα άγρια ερίφια της Κρήτης. Επίσης περιγράφει τα ήθη και έθιμα των κατοίκων, και μεταξύ των άλλων τον πυρρίχιο χορό. Αφού επισκέφτηκε και άλλες ελληνικές πόλεις και νησιά, επέστρεψε στο Παρίσι και εξέδωσε τις παρατηρήσεις του με τον τίτλο Les observations de plusieurs singularitez et choses mémorables trouuées en Crèce, Asie, Judée, Egypte, Arabie etc. Paris 1554. Εξέδωσε επίσης και πολλά άλλα έργα περί ιχθύων, πτηνών και φυτών.

Ο Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ (Joseph Pitton de Tournefort) ήταν Γάλλος βοτανολόγος (1656 - 1708), ο οποίος είναι περισσότερο γνωστός ως ο πρώτος που απέδωσε έναν σαφή ορισμό του όρου "γένος" (genus) στα φυτά,διακρίνοντας το γένος από το είδος. 

Ο Πιέρ Μπελόν (γαλ. Pierre Belon) (1517 - 1564) ήταν Γάλλος φυσιοδίφης του 16ου αιώνα και ένας από τους πρώτους περιηγητές της Ελλάδας, Αιγύπτου, Παλαιστίνης και Μικράς Ασίας. Γεννήθηκε στη Γαλλία.

 

Σπούδασε ιατρική στο Παρίσι, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτωρ. Συνέχισε τις σπουδές του στην Γερμανία, όπου παρακολούθησε μαθήματα βοτανικής.

Η πανίδα και η χλωρίδα της Κρήτης.

Ξεκινάμε τον μακρύ κατάλογο με την καταγραφή όλων των ειδών της πανίδας και της χλωρίδας του νησιού…

Αίγαγρος

(Αγρίμι της Κρήτης ή Κρι – Κρι. ) 

Ο αίγαγρος ή κοινά αγριοκάτσικο (Capra aegagrus, Αιξ ο αίγαγρος) είναι θηλαστικό και μηρυκαστικό ζώο, που ανήκει στην τάξη των Αρτιοδάκτυλων. Απαντάται από την Ευρώπη ως τη Μικρά Ασία και από την Κεντρική Ασία ως τη Μέση Ανατολή, σε ορεινές περιοχές. Ο περήφανος Κρητικός αίγαγρος (επιστ. Capra aegagrus creticus), γνωστός κι ως κρι-κρι, αγρίμι ή Κρητικό αγριοκάτσικο είναι ένα ενδημικό υποείδος αγριοκάτσικου και η μοναδική μορφή αιγάγρου στην Ευρώπη. Με βάση τα γενετικά του χαρακτηριστικά, ο Κρητικός αίγαγρος εισήχθη στην Κρήτη σε άγρια μορφή από την Ασία και στη συνέχεια ήρθε σε επαφή με τα ήμερα κατσίκια του νησιού, διατηρώντας όμως πολλά από τα κύρια χαρακτηριστικά των αίγαγρων της Ασίας.  

Ο αίγαγρος είναι το ζώο σύμβολο της Κρητικής λεβεντιάς και της αγάπης για την ελευθερία. Τον συναντάμε στους απόκρημνους και απρόσιτους βράχους των φαραγγιών και των γκρεμνών. Είναι πολύ ευκίνητο ζώο και έχει μεγάλη ικανότητα να σκαρφαλώνει σε κατακόρυφες βραχώδεις πλαγιές.

Τα αρσενικά ζουν μοναχικά, ενώ τα θηλυκά σε αγέλες, μέχρι 500 ζώων. Οι αίγαγροι ζουν από 12 ως 22 χρόνια. Το χρώμα τους εναρμονίζεται απόλυτα με το άγριο περιβάλλον των βράχων παίρνοντας τόνους σκούρου καφέ, γκριζωπού και μαύρου σε ορισμένα σημεία.

Ο αίγαγρος θεωρείτε πρόγονος της κατσίκας, αλλά είναι πιο μεγαλόσωμος απ’ αυτήν φτάνοντας το 1,5 μέτρο μήκος και τα 80 κιλά βάρος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Το χαρακτηριστικό του είναι τα μεγάλα τοξοειδή κέρατα που φτάνουν μέχρι 1,20μ. μήκος. Ο αίγαγρος στα παλιά χρόνια ζούσε σε ολόκληρο το νησί. Το μαρτυρούν οι απεικονίσεις του πάνω σε ανάγλυφα, σφραγιδόλιθους, λάρνακες, αγγεία. Τον βρίσκουμε ακόμα σαν αφιέρωμα σε Ιερά κορυφών, πράγμα που δείχνει την αξία και την σημασία που είχε για τους παλαιούς κατοίκους της Κρήτης. Όμως ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα ισχυρά σύμβολα της Κρήτης.

Κρητικό πρόβατο με ελικωτά κέρατα (στριφοκέρι ή στροφόκερο)

Μελισσοφάγος, μέροψ ο μελισσοφάγος (Merops Apiaster) 

Ο Μελισσοφάγος (Merops apiaster) είναι ίσως το ομορφότερο πτηνό που επισκέπτεται την χώρα μας. Ανήκει στα κορακιόμορφα πτηνά και έρχεται στην Ελλάδα τον Απρίλιο για να αναπαραχθεί και φεύγει τον Σεπτέμβριο με προορισμό θερμότερα κλίματα.

Από τα πιο πολύχρωμα πουλιά, έχει ράχη πυρόξανθη, πράσινα πρωτεύοντα φτερά και ουρά, καστανοκόκκινο φτέρωμα στο πάνω μέρος του κεφαλιού, κίτρινο λάρυγγα, γαλαζοπράσινο στήθος και κοιλιά. Κατάλληλο για τη σύλληψη εντόμων είναι το μεγάλο και ελαφρά κυρτό προς τα κάτω ράμφος, ενώ τα μακριά και προεξέχοντα κεντρικά φτερά της ουράς βοηθούν στους ελιγμούς κατά την πτήση.

Ο Μελισσοφάγος προτιμά περιοχές με θάμνους και λίγα δέντρα, ξέφωτα μέσα στο δάσος, καθώς και περιοχές κοντά σε λίμνες και ποτάμια.
Οι μελισσοφάγοι φωλιάζουν σε χαλαρές αποικίες. Κατά την περίοδο αναπαραγωγής, φτιάχνουν τις φωλιές τους στο έδαφος σκάβοντας σε πλαγιές, όχθες ποταμών και αμμόλακους, βάθους 70 – 200 εκατοστών. 

Ταραντούλα

Η Ταραντούλα είναι αράχνη που ανήκει στην οικογένεια Lycosidae. Διακρίνεται σε πολλά είδη. Το μήκος του σώματος των περισσότερων κυμαίνεται μεταξύ 2.5-7.5 cm. Υπάρχουν όμως και μεγαλύτερα είδη. Το δηλητήριό της δεν είναι θανατηφόρο για τον άνθρωπο. Τα περισσότερα δε είδη έχουν ισχύ δηλητηρίου παρόμοια με τσιμπήματος μέλισσας.

Σκάρος

 

Ο σκάρος ο Κρητικός, όπως συνηθίζεται να λέγεται, συναντάται σχεδόν σε όλα τα ελληνικά νησιά. H επιστημονική ονομασία είναι sparisoma cretense, λέγεται και παπαγάλος της θάλασσας.
Το σώμα του είναι επίμηκες και στρογγυλοειδές, ενώ καλύπτεται από μεγάλα αβγοειδή και κυκλοειδή λέπια σε σειρές. Το αρσενικό έχει χρώμα μαυροπράσινο και το θηλυκό κόκκινο.


Η κοιλιά του είναι μεγάλη, το μήκος του φτάνει συνήθως τους 40 πόντους, ενώ θα πρέπει να πούμε ακόμη ότι το όνομα του είναι παράγωγο του ρήματος σκαίρω, που σημαίνει πηδάω. Ο σκάρος ζει στα βαθιά και βραχώδη μέρη των ακτών, ανάμεσα στις σχισμές των βράχων και των κοραλλιών. Πλησιάζει στα ρηχά όπου και αναζητά την τροφή του, που είναι διάφοροι υδρόβιοι οργανισμοί και φυτά που τα κομματιάζει και τα τρώει.


Ιστορικά στοιχεία αναφέρουν ακόμη ότι ο σκάρος ψαρευόταν με δόλωμα φύλλα φασολιάς ή και φασολάκια φρέσκα, για αυτό στην Κρήτη τα φυτά της φασολιάς τα αποκαλούν σκαροβότανα. Ο Αιλιανός σε σύγγραμμα του μας λέει ότι πρόκειται για το πιο λάγνο ψάρι, γιατί η επιθυμία του για το θηλυκό είναι και η αιτία της καταστροφής του. 

Στάxυς ο Κρητικός, Stachys cretika

Ο στάχυς ο κρητικός ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών. Είναι όρθιο φυτό με πολυετές κοντό ρίζωμα που έρπει και τετράγωνους βλαστούς, χωρίς διακλαδώσεις που μπορεί να φτάσουν το ένα μέτρο. Ανθίζει από τον Μάη μέχρι τα τέλη Ιουνίου και το συναντούμε σε άκρες του δρόμου σε πετρώδη εδάφη κυρίως στα ορεινά. Χρήσιμα μέρη του είναι οι ανθισμένες κορυφές του.

Σε πειράματα που έχουν γίνει σε πειραματόζωα, έχει αποδειχθεί ότι σταματά την ανάπτυξη των σαρκωμάτων και σε πειράματα σε ανθρώπους με κακοήθεις όγκους έχει αποδειχθεί ότι βοηθά στη γενική καλυτέρευση του οργανισμού γιατί τονώνει το νευρικό και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι ιδιότητες του βοτάνου είναι ορεκτικές, χωνευτικές, διουρητικές αντιφλεγμονώδεις ενώ τονώνει το νευρικό σύστημα.

Είναι από τα βότανα που συστήνονται και για υπερτασικούς χάρη στην ιδιότητα του να χαμηλώνει την ψηλή πίεση στο αίμα. Επίσης βοηθά σε επιληψίες, νευρικούς πονοκεφάλους, ρευματισμούς, αρθριτικά, αρτηριοσκλήρωση και σε φλεγμονές του αναπνευστικού, γαστρεντερικού και του ουροποιητικού συστήματος.

 

Ορχιδέα η κρητική. ( orchis cretica)

Πρόκειται για άγριες ορχιδέες γνωστές με τα ονόματα, κόρες, σκυλάκια, μελισσάκια, λυχναράκια, σαλέπια, λυπητερά, περδικούλες, κρινάκια, σερνικοβότανα, σφηγκάκια, ανθρωπάκια, πιθηκάκια. Στην Κρήτη αυτοφύονται τουλάχιστον 70 είδη. Οι ορχιδέες ανήκουν στα αγγειόσπερμα και μάλιστα στην κλάση των μονοκοτηλιδόνων.

Ως προς την εμφάνιση μπορεί να έχουν μέγεθος από μερικά εκατοστά έως και μερικές δεκάδες μέτρα ύψος.

Βέβαια οι ορχιδέες οι δικές μας δεν είναι μεγάλα φυτά. Αν εξαιρέσει κανείς τις μικρότερες που φτάνουν τα 10 εκατοστά και τις μεγαλύτερε των 90 εκ., όλες οι άλλες κυμαίνονται στα 20-40 εκατοστά. Πάντως το ύψος τους εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος της ορχιδέας, τη φυσική σύσταση του εδάφους, τη γονιμότητα του και τις καιρικές συνθήκες. Χαρακτηριστικό επίσης των ορχιδέων είναι ότι σε αυτά τα φυτά η γύρη είναι κολλώδης.

Οι κόκκοι δηλαδή είναι σε μια ημίρρευστη κατάσταση και δεν μπορεί να κυκλοφορήσει στον αέρα. Μπορεί να γονιμοποιηθεί μόνο χρησιμοποιώντας ως μεσάζοντα ένα έντομο, το οποίο θα μεταφέρει τη γύρη από το ένα φυτό στο άλλο.

Έτσι ορισμένα φυτά έχουν πάρει όψεις εντόμων για να ξεγελάνε τα έντομα και αυτά να κάθονται πάνω για να μεταφέρουν τη γύρη. Από τα 350 είδη που υπάρχουν στην Ευρώπη τα 130 βρίσκουμε στην Ελλάδα και από αυτά τα 69 στην Κρήτη.

Δέκα από τα είδη των ορχιδέων που φύονται εδώ, είναι μοναδικά στον κόσμο. Αν και οι βολβοί τους είναι τονωτικοί και θρεπτικοί, οι ορχιδέες διακρίνονται και αξιοποιούνται για την ομορφιά τους.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Πανελλήνια Ομοσπονδία 

Πολιτιστικών Κρητικών Σωματείων

Π.Ο.Π.Κ.Σ. 

bottom of page